- εἰκάς,-άδος
- ἡ N 3 5-1-7-4-11=28 Gn 7,11; 8,4.14; Ex 12,18; Nm 10,11the twentieth day of the month Nm 10,11ἑβδόμῃ καὶ εἰκάδι on the twenty-seventh day Gn 7,11
Lust (λαγνεία). 2014.
Lust (λαγνεία). 2014.
ψακάς — και ιων. και μτγν. τ. ψεκάς, άδος, ἡ, Α 1. μικρό τεμαχίδιο που έχει προέλθει από λειοτρίβηση, κόκκος 2. (για υγρά) μικρή σταγόνα 3. (με περιλπτ. σημ.) ψιλή βροχή, ψιχάλα 4. (γενικά) βροχή 5. (στον Αριστοφ.) κωμικός χαρακτηρισμός ανθρώπου από τον… … Dictionary of Greek